Είναι γνωστό πλέον ότι η κατάθλιψη έχει υψηλά ποσοστά νόσησης στις μέρες μας. Πολλές οι έρευνες, συνήθως όμως την προσεγγίζουμε κυρίως από την πλευρά του καταθλιπτικού ατόμου. Ας δούμε πώς νιώθουν τα άτομα που βρίσκονται γύρω του και πιο συγκεκριμένα ο ερωτικός του σύντροφος. Πόσο δύσκολο όμως είναι να αγαπάει κάποιος κάποιον που πάσχει από κατάθλιψη; Πώς αισθάνεται κάποιος όταν βλέπει το σύντροφό του να παλεύει με αυτή την ψυχική νόσο, πόση αβεβαιότητα και αγωνία;
Η κατάθλιψη είναι μία σοβαρή ψυχική διαταραχή. Ας την γνωρίσουμε λίγο καλύτερα μέσα από κάποια στατιστικά στοιχεία. Υπολογίζεται ότι ταλαιπωρεί το 3,8% του παγκόσμιου πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένου του 5% των ενηλίκων (4% στους άνδρες και 6% στις γυναίκες) και το 5,7% των ενηλίκων άνω των 60 ετών. Μάλιστα, περίπου 280 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από κατάθλιψη, η οποία είναι πιο συχνή στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες. Αν και οι έρευνες είναι πάμπολλες για την υποστήριξη όσων παλεύουν με την πάθηση, λιγότερα είναι γνωστά για τον αντίκτυπο στα οικεία άτομα – τους φροντιστές, τους συντρόφους, την οικογένεια, το φιλικό περιβάλλον, κλπ.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά με εστίαση σε τέσσερα κυρίως θέματα, όλα με υποθέματα, τα οποία συνοψίζονται παρακάτω.
1. Μια περίοδος αβεβαιότητας και αγωνίας. Είναι δύσκολο να ζει κάποιος εν αναμονή απρόβλεπτων ενεργειών ή αντιδράσεων του καταθλιπτικού συντρόφου. Πολλές φορές χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και μετρημένος για να μην χειροτερέψει την κατάσταση. Το διάχυτο άγχος και ο φόβος, μήπως το καταθλιπτικό άτομο βλάψει τον εαυτό του – κυρίως όταν έχουν εκφραστεί αυτοκτονικές τάσεις ή έχουν υπάρξει παρελθοντικές αυτοκτονικές απόπειρες, φορτίζουν ακόμη περισσότερο τον υγιή σύντροφο.
2. Μια περίοδος αλλαγής και προσαρμογής. Πρόκειται πράγματι για μία περίοδο όπου χρειάζεται το ένα μέλος της σχέσης να κάνει έστω μικρές ουσιαστικές αλλαγές, να προσπαθήσει να συμβιβαστεί μέσα από προσαρμογές και παραχωρήσεις αλλά και πιο μεγάλες και σημαντικές τροποποιήσεις της καθημερινότητας. Όλα αυτά, προκειμένου να «ταιριάξει» καλύτερα με το καταθλιπτικό μέλος της σχέσης δείχνοντας παράλληλα ιδιαίτερο σεβασμό στους ρόλους και στη δυναμική της σχέσης τους. Πολλές φορές θα προσπαθήσει να κρύψει αυτό που πραγματικά συμβαίνει στο σπίτι μέσα από θετικές και «ευχάριστες» εμφανίσεις. Ένας λόγος είναι η προστασία τόσο του καταθλιπτικού ατόμου από σχόλια τρίτων και της στιγματοποίησης αλλά και της σχέσης, μέσα από συμπεριφορές τύπου «όλα είναι καλά». Ασφαλώς και γίνονται «θυσίες» που αφορούν αλλαγές ρόλων, στόχων και μελλοντικών σχεδίων. Το όφελος μέσα από τις «θυσίες» αυτές, είναι η βελτίωση της ζωής. Τέλος, κάποιες αλλαγές όπως για παράδειγμα η εμφάνιση μίας ασθένειας του υγιούς συντρόφου, κάποιες φορές μπορεί να προκαλέσει αντιστροφή ρόλων με το καταθλιπτικό άτομο, το οποίο στη πορεία είναι πιθανό να γίνει εκείνο ο φροντιστής, δημιουργώντας μια βαθιά διαφορετική δυναμική μεταξύ τους.
3. Μια περίοδος επιμονής και αντοχής. Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε ότι η συμβίωση με ένα καταθλιπτικό σύντροφο δεν είναι και τόσο εύκολη, καθώς μπορεί να προκαλέσει ψυχικό πόνο. Η ευθύνη και η αίσθηση του καθήκοντος απέναντι στο καταθλιπτικό μέλος συχνά συνοδεύεται από ανησυχία και εξάντληση, εφόσον στην ουσία χάνεται ο έλεγχος ανάμεσα στην κατανόηση της ψυχικής νόσου και στην ψυχική ανταπόκριση του άλλου. Η ψυχική δύναμη είναι απαραίτητη σε κάποιες περιπτώσεις για να ανταπεξέλθει ο φροντιστής στην καθημερινότητα.
4. Μια περίοδος ελπίδας και θεραπείας. Παρόλες τις δυσκολίες που αναφέρθηκαν παραπάνω, όλοι μας θέλουμε «να ζήσουμε καλά». Και αυτή η ανάγκη είναι που πολλές φορές οπλίζει τους φροντιστές με τεράστια αποθέματα δύναμης να αντιμετωπίσουν τις καθημερινές απαιτήσεις της κατάθλιψης, να προσαρμοστούν και να παραμείνουν αισιόδοξοι και αποφασιστικοί απέναντι στις προκλήσεις. Και για να γίνει αυτό με επιτυχία, χρειάζεται να μπορέσει το υγιές μέλος της σχέσης να αποδεχτεί το σύντροφό του για αυτό που είναι, ένας καταθλιπτικός σύντροφος. Η αποδοχή της κατάθλιψης του συντρόφου είναι πολύ σημαντική, όπως και ο διαχωρισμός ανάμεσα στην κατάθλιψη και στο άτομο που πάσχει από αυτήν. Η ανάγκη για επιβίωση επίσης δίνει μία πιο αισιόδοξη νότα αλλά και ελπίδα για το μέλλον, πίστη, προσδοκία.
Τέλος, ας έχουμε στο μυαλό μας επίσης ότι:
Κανένας δεν θέλει να είναι άρρωστος, είτε ψυχικά, είτε σωματικά και δεν ευθύνεται για την πάθησή του, ασχέτως αν είναι ψυχική ή σωματική. Θα μπορούσε να είμασταν εμείς στη θέση του, ας μην κατηγορούμε τόσο εύκολα.
Η κατάθλιψη μπορεί να αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη παρακολούθηση από ψυχίατρο, φαρμακευτική αγωγή και ψυχοθεραπεία. Αν όχι εντελώς, σε πολύ μεγάλο βαθμό, έτσι ώστε το καταθλιπτικό άτομο να είναι λειτουργικό στη ζωή του.
Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να στερήσει την θεραπεία, να αλλάξει την φαρμακευτική αγωγή γιατί πιστεύει – χωρίς να είναι ψυχίατρος – ότι τα φάρμακα δεν βοηθούν ή ότι οι δοσολογίες είναι μεγαλύτερες, κλπ., ας είναι ακόμα και άλλης ειδικότητας γιατρός.
Κείμενο: Μαρίνα Μόσχα