«Όσα είδα, άκουσα, γνώρισα, χάρηκα, έζησα, έμαθα, έπαθα, πόνεσα, διάβασα, ερεύνησα, στον προσπάθειά μου να εννοήσω τον κόσμο κι εμένα, τα παραθέτω ένα ένα, σαν μικρά βοτσαλάκια μνήμης, για εσάς που έρχεστε μετά από μένα, μην τυχόν και κάτι απ’ όλα αυτά σας φανεί χρήσιμο».
Ανάμεσά τους και δυο μεγάλες στιγμές του Μίκη Θεοδωράκη.
Σας μεταφέρω μια από αυτές όπως την σκιαγραφούν οι «πινελιές» του Χαριτόπουλου (έχω παραλείψει, ίσως και παραποιήσει, σκόπιμα κάποιες γραμμές για τους… πονηρούληδες):
Στην κεντρική πλατεία της Αβάνας στην Κούβα. Υπαίθρια συναυλία του Μίκη…
Ο τόπος μυρίζει επανάσταση, ο αέρας μυρίζει επανάσταση, ο Φιντέλ Κάστρο με το πιστόλι στη μέση το βεβαιώνει με την παρουσία του, κι ο Μίκης, πάντα στα μαύρα, ως παλιός αντάρτης, εμβάλλεται στην ατμόσφαιρα κι απογειώνεται.
Όπως διευθύνει την ορχήστρα, βλέπει τη σκιά του γιγάντια στο έδαφος, και για λίγο αποκόπτεται από τους άλλους. Στρέφει τα νώτα του στην ορχήστρα και στον κόσμο, ανεβαίνει στα δικά του νέφη, με κινήσεις των χεριών σαν τεράστιες φτερούγες που ανοιγοκλείνουν και ανταγωνίζεται τον ίσκιο του.
Διευθύνει τον εαυτό του, ψιθύρισε περιδεής κάποιος δικός του, από τους λίγους που κατάλαβαν αυτή τη σύντομη ανάληψή του στον ουρανό.