Όταν ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν -συγγραφέας της Μικρής Γοργόνας ή του Ασχημόπαπου- έμεινε στη La Rambla, σχολίασε ότι η καταλανική πρωτεύουσα είχε μια παριζιάνικη πινελιά. Είχε δίκιο. Η πόλη ακολούθησε τα βήματα του Ρεμπώ, του Μποντλέρ ή του Βαν Γκογκ.
Είχε όλες τις πιθανότητες να γίνει απαραίτητος –αν όχι υποχρεωτικός- σταθμός για εκείνους τους μποέμ που αναζητούσαν την επιφοίτηση από τις μούσες τους μέσω του σκληρού ποτού. Γι’ αυτό και το μπαρ Marsella ιδρύθηκε το 1820, αποτελώντας το παλαιότερο στη Βαρκελώνη.
Η γοητεία της φθοράς του χρόνου – Η λατρεία του ξεφτίσματος
Διακόσια χρόνια έχουν περάσει και το μπαρ Marsella δεν έχει αλλάξει διόλου: ραγισμένοι τοίχοι, ένα παλιό ταβάνι στο οποίο προΐσταται ένας πολυέλαιος και ένα μπαρ γεμάτο αλκοόλ και σκόνη. Μάλιστα, υπάρχει ένας θρύλος που κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα, ο οποίος ισχυρίζεται ότι το μπαρ δεν έχει καθαριστεί από τα εγκαίνιά του.
Παρά τον ισπανικό αντικαπνιστικό νόμο, κυριαρχεί μια κάποια ομίχλη που επιβεβαιώνει και καθιερώνει το ήδη μυθιστορηματικό σκηνικό.
Τι το ιδιαίτερο έχει λοιπόν ένα καταθλιπτικό, σκονισμένο μπαρ που βρίσκεται στο El Raval; Γιατί πάντα ξεχειλίζει από ντόπιους και τουρίστες; Εύκολη απάντηση: η ιστορία.
Tότε που η τέχνη και η ποίηση έδιναν τον ρυθμό στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα και οι διανοούμενοι διαφωνούσαν για την πολιτική με τέμπο και –ίσως- κάποιο νόημα
Διανοούμενοι και πολιτικές συζητήσεις
Το μπαρ Marsella είναι συνδεδεμένο με τα χρόνια του Moulin Rouge όπου οι παρεξηγημένοι καλλιτέχνες ερωτεύτηκαν τις πόρνες (τότε ο όρος δεν ήταν προσβλητικός -αντιθέτως) και ζούσαν μέσα σε μια απενοχοποιημένα έκλυτη φούσκα. Tότε που η τέχνη και η ποίηση έδιναν τον ρυθμό στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα και οι διανοούμενοι διαφωνούσαν για την πολιτική με τέμπο και –ίσως- κάποιο νόημα.
Μια εποχή που ο Πάμπλο Πικάσο βασανιζόταν από τον θάνατο του καλύτερου φίλου του, ο Σαλβαδόρ Νταλί επιδείκνυε τη θερμή εκκεντρικότητά του στη La Rambla και ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ χανόταν σε κάποιο μπαρ της Βαρκελώνης.
Το Marsella είναι ένα από εκείνα τα μέρη στα οποία υποτίθεται ότι ο Χέμινγουεϊ λάτρευε να συχνάζει (ο Χέμινγουεϊ είναι για τα μπαρ στην Ισπανία ό,τι ο Τζορτζ Ουάσινγκτον για τα πανδοχεία στη Νέα Αγγλία).
Η τοποθεσία του σε μια γωνία όπου οι εργαζόμενες κοπέλες εξακολουθούν να ασκούν το επάγγελμα που έδωσε στη γειτονιά -κάποτε ονομαζόταν Barrio Chino, πρόσφατα μετονομάστηκε σε Raval- τη φήμη της για τα κόκκινα φανάρια, μόνο προσθέτει στη «διεφθαρμένη» γοητεία του.
Έχουν περάσει οι εποχές που οι πράσινες νεράιδες ενέπνεαν ένα έργο τέχνης, αλλά το τελετουργικό της κατανάλωσης παραμένει
Το απόλυτο μπαρ για αψέντι
Οι ιδιοφυείς πελάτες του Marsella είναι άμεσα υπεύθυνοι για τη μακρόχρονη φήμη του. Έψαχναν όλοι τους το ίδιο πράγμα: το αψέντι. Σήμερα εξακολουθεί να είναι το κορυφαίο ποτό του μπαρ. Έχουν περάσει οι εποχές που οι πράσινες νεράιδες ενέπνεαν ένα έργο τέχνης, αλλά το τελετουργικό της κατανάλωσης παραμένει.
Συνήθιζαν να σερβίρουν το ποτό με ένα πιρούνι, ένα κομμάτι ζάχαρη και ένα ποτήρι κρύο νερό. Το πιρούνι τοποθετείται στο άνοιγμα του ποτηριού ή του φλιτζανιού και από πάνω του στέκεται ο κύβος εμποτισμένος με λικέρ, ο οποίος παίρνει φωτιά. Το νερό χρησιμεύει για να μειώσει το αψέντι και να διαλύσει τη ζάχαρη. Έτσι το έπιναν οι les Poètes maudits και έτσι συνεχίζει να γίνεται.
Δείτε πώς φτιάνεται το ποτό αψέντι στο Marsella
Κατέστρεφε λεγεώνες μποέμ του fin-de-siècle –αλήθεια;
«Όλοι το παραγγέλνουν», λέει ο μπάρμαν Miguel στους New York Times. «Οι παλιοί, οι φοιτητές, οι διψασμένοι καλλιτέχνες, οι τουρίστες». Και όντως, μια νύχτα πριν κάποια χρόνια, στη μία το πρωί περίπου, το διαβόητο απόσταγμα έριχνε την πρασινωπή λάμψη του στα έκπληκτα από τη μαγεία της στιγμής και του χώρου, μάτια μου.
Το αψέντι, που προέρχεται από αψιθιά και βότανα, είναι ισχυρό πράγμα, αν και οι παραισθησιογόνες ιδιότητες που του έδωσαν το παρατσούκλι «Πράσινη Νεράιδα» και τη φήμη ότι κατέστρεφε λεγεώνες μποέμ του fin-de-siècle, δεν έχουν ποτέ αποδειχθεί.
Είναι λίγο δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι στους περισσότερους πελάτες του μπαρ –μεταξύ αττών κι εγώ- αρέσει πραγματικά η πικρή γεύση με γεύση γλυκάνισου, αλλά η τελετουργία της παρασκευής του αψέντι είναι ομολογουμένως ευχάριστη και κατά κάποιο τρόπο διευκολύνει τη μετάβαση μεταξύ του προ-μεσονύκτιου φαγητού και ποτού και του clubbing πριν από τις 6 το πρωί που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της νυχτερινής ζωής της Βαρκελώνης.
Ευτυχώς (που) σώθηκε
Άλλα απομεινάρια δύο αιώνων του μπαρ Marsella είναι οι αφίσες «Απαγορεύεται το τραγούδι» και «Απαγορεύεται η παραμονή στα τραπέζια». Τις είχαν κρεμάσει για να αποφεύγονται οι παράνομες συναντήσεις κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Φράνκο. Υπήρχαν υποψίες ότι ήταν το σημείο συνάντησης διανοουμένων και καλλιτεχνών κατά του καθεστώτος.
Το μπαρ Marsella ήταν έτοιμο να εξαφανιστεί το 2013. Η άδεια ενοικίασης έληξε και κάποιες εταιρείες ενδιαφέρθηκαν να καταλάβουν τον χώρο αυτό. Χάρη στην κινητοποίηση των κατοίκων της Βαρκελώνης με το σύνθημα «save Marsella bar» η ιστορία έληξε με την αγορά του ακινήτου από το Δημοτικό Συμβούλιο της Βαρκελώνης για περισσότερα από ένα εκατομμύριο ευρώ.
Έτσι σώθηκε αυτό το κομμάτι της ιστορίας και το αδάμαστο πνεύμα του που, παρά τους νέους καιρούς, παραμένει.
Αντί επιλόγου: Σίγουρα δεν υπάρχει έλλειψη από μπαρ και κλαμπ για αργά το βράδυ στη Βαρκελώνη, αλλά κανένα δε τη διαθέτει λεκιασμένη από τους υδρατμούς και τα τσιγάρα αιώνων οροφή, το ξεφλουδισμένο ταβάνι και αδύναμο φως που λάμπει από τους περίτεχνους, αραχνιασμένους πολυελαίους του Marsella.
*Bar Marsella. Carrer de Sant Pau, 65, (34-93) 442-7263. Ανοιχτό Δευτέρα έως Πέμπτη 11 μ.μ. έως 2:30 π.μ., Παρασκευή και Σάββατο 11 μ.μ. έως 3 π.μ. Ποτήρι αψέντι (συν κύβο ζάχαρης) και ένα μπουκάλι νερό, 5 ευρώ, ή περίπου 8 δολάρια με 1,60 δολάρια το ευρώ.