Είναι η τελευταία Κυριακή του Ιουλίου και το κλεινόν άστυ βράζει στην κυριολεξία. Οι λιγοστοί κάτοικοι που έχουμε απομείνει δεν έχουμε και πολλές επιλογές… ή θα κλειστούμε στο σπίτι με τον κλιματισμό στο φουλ (καθόλου κακή ιδέα) ή θα ξεχυθούμε στις πιο κοντινές παραλίες για να κάνουμε μπάνιο τύπου «πατείς με, πατώ σε» (ιδανικό σενάριο όταν στην παρέα συμπεριλαμβάνονται παιδιά.
Για εμάς η επιλογή ήταν μία και μοναδική: μπάνιο τύπου «πατείς με πατώ σε» και ο Θεός βοηθός!
Προορισμός ο Μαραθώνας, με τις φιλικές προς τα παιδιά, αμμουδερές και οργανωμένες παραλίες του και το κυριότερο με μία διαδρομή ονειρεμένη, μέσα στο πράσινο, για την οποία αξίζει (ή άξιζε τέλος πάντων) η όποια ταλαιπωρία.
Ξεκινήσαμε με πολύ ενθουσιασμό, ο οποίος έσβησε απότομα μιας και προφανώς μαζί με εμάς πήγαιναν για μπάνιο και μερικές χιλιάδες ακόμα εκδρομείς, κολλήσαμε στην κίνηση κάμποση ώρα -ενώ αναρωτιόμασταν αν όντως ήταν τελικά καλή ιδέα η Κυριακάτικη εξόρμηση στην παραλία-, μέχρι που φτάσαμε στην Αττική οδό, όπου τα περισσότερα αυτοκίνητα μας εγκατέλειψαν μόνους μας να ψάχνουμε την έξοδο για Αγ. Στέφανο.
Εκεί βέβαια το τοπίο άλλαξε άρδην! Και εκτός από το σκηνικό άλλαξαν και οι μυρωδιές, τα χρώματα, τα αρώματα και οι ήχοι. Όλες μας οι αισθήσεις οξύνθηκαν αυτόματα, μία διαδικασία που μας φάνηκε τόσο απόλυτα συμβατή με το φυσικό μας περιβάλλον και τα αρχέγονα ένστικτά μας.
Τότε που οι πρόγονοί μας κυκλοφορούσαν μέσα στα δάση ξυπόλητοι, αψηφώντας τα στοιχεία της φύσης, επιβιώνοντας υπό τις πιο αντίξοες συνθήκες. Οι επιστήμονες λένε ότι όλα αυτά είναι γραμμένα στο DNA μας και ο εγκέφαλός μας τα επαναφέρει όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές.
Βέβαια, εμείς, ως μοντέρνοι άνθρωποι των σπηλαίων το μόνο που καταφέραμε να κάνουμε ήταν να απενεργοποιήσουμε τον κλιματισμό του αυτοκινήτου και να ανοίξουμε τα παράθυρα για να γευτούμε λίγη φύση.
Κι όμως, ήταν αρκετό. Ως εκ του θαύματος και εμείς και τα παιδιά αρχίσαμε να παρατηρούμε πράγματα που δεν συναντούσαμε στην άμεση καθημερινότητά μας: πουλιά που μαντεύαμε μόνο το όνομά τούς, δέντρα που μοσκοβολούσαν οξυγόνο, θάμνους που έκρυβαν κάτω τους και μέσα τους μέλη του μικρόκοσμου του ζωικού βασιλείου. Ορμώμενοι από τον παιδικό ενθουσιασμό που ξεχείλιζε από τα παράθυρα του αυτοκινήτου, η συζήτηση έφτασε στο Φράγμα του Μαραθώνα που επρόκειτο να διασχίσουμε εντός μερικών λεπτών.
Όπως ήταν αναμενόμενο – και εφόσον οι συνθήκες ήταν απόλυτα ευνοϊκές – κάναμε με τη βοήθεια της Wikipedia μία μικρή επίδειξη γνώσεων στους μικρούς της παρέας, και ίσως το παρακάναμε γιατί μάλλον σχημάτισαν την εντύπωση ότι θα βρεθούν μπροστά σε μία ειδυλλιακή λίμνη, όπου ολόλευκοι κύκνοι θα διέσχιζαν αθόρυβα και με χάρη τα πεντακάθαρα νερά, λαίμαργοι κορμοράνοι θα βουτούσαν σε αναζήτηση τροφής και ροζ φλαμίνγκο θα έδιναν εικόνα εξωτικού παραδείσου.
Μα.. εμείς μόνο είπαμε ότι πρόκειται για τεχνητή λίμνη, που αποτελεί τη βασικότερη πηγή υδροδότησης της Αττικής από το 1931, η οποία με τα χρόνια έχει εξελιχθεί σε σημαντικό υγροβιότοπο της χώρας, με πλήθος διαφορετικών ενδημικών πουλιών να κάνουν την εμφάνισή τους ετησίων, αλλά και με πλούσια πανίδα με τα πλατάνια, τους ευκάλυπτους και τις καλαμιές να κυριαρχούν στο τοπίο. Ή τουλάχιστον εγώ αυτό θυμάμαι.
Ό,τι και να είπαμε η κατάληξη ήταν φυσικά να σταματήσουμε για να διαπιστώσουν τα παιδιά ιδίοις όμασοι όσα τους είχαμε περιγράψει. Και παρόλο που ουδεμία σχέση είχε η πραγματικότητα με ό,τι είχαν φανταστεί, ο ενθουσιασμός τους ήταν και πάλι έκδηλος για τους γλάρους που άραζαν σαν αφράτοι λουκουμάδες πάνω στα ήρεμα νερά και τα αγριοπούλια που πέταγαν εδώ κι εκεί σε σμήνη, φαινομενικά χωρίς σκοπό και χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Αλλά έτσι είναι η φύση: μεγαλειώδης, καθηλωτική, ανατρεπτική και ενθουσιώδης∙ σαν τα μικρά παιδιά.
Αύγουστος 2024
Τον Αύγουστο, όπως και κάθε Αύγουστο τα τελευταία… αμέτρητα χρόνια… η Αθήνα άδειασε.
Φύγαμε όλοι να παραθερίσουμε στα νησιά και τα χωριά μας.
Έμειναν μόνο οι εμπρηστές και οι … απρόσεχτοι.
Και ενώ όλοι κάναμε διακοπές μακριά από το κλεινόν άστυ που έβραζε από τη ζέστη, δεν ξεχάσαμε να παρακολουθήσουμε τα έκτακτα γεγονότα, από μακριά, πολύ μακριά από τα γεγονότα.
Ο Μαραθώνας καίγεται, ήταν η είδηση, αλλά δεν έσκασε σαν βόμβα. Αν δεν ήταν ο Μαραθώνας, θα ήταν κάποια άλλη περιοχή εντός ή εκτός Αττικής. Κάτι θα καιγόταν πάντως, γιατί είναι κρίμα να αλλάζουμε συνήθειες. Έχουμε πια συνηθίσει κάθε χρόνο κάτι νέο ή κάτι που έχει καεί ξανά, να καίγεται.
Το ξέρουμε, το περιμένουμε, σχεδόν δεν μπορούμε χωρίς αυτό. Αν κάτι δεν καίγεται, δεν έχουμε μπει στην τουριστική περίοδο. Δεν είναι καλοκαίρι αν δεν καίγεται κάποια περιοχή της Ελλάδας. Θα βγούμε από την πεπατημένη αν δεν κάψουμε κάτι, ενδέχεται να το θεωρήσουμε εθνική γκαντεμιά… Τόσο πολύ έχουμε αποδεχτεί την ιδέα ότι κάθε καλοκαίρι η Ελλάδα πρέπει να καίγεται.
Και φυσικά κάηκε και φέτος!
Σεπτέμβριος 2024
Κάποια κοινωνική υποχρέωση με έβγαλε ξανά στο δρόμο που περνάει από τη Λίμνη του Μαραθώνα. Τα σχολεία έχουν αρχίσει, άρα τα μπάνια του λαού κατά το πλείστων έχουν σταματήσει.
«Καλύτερα» σκέφτομαι και αμέσως ανακαλώ στη μνήμη μου την ανυπομονησία των μικρών να δουν εκείνον τον υγροβιότοπο της φαντασίας τους με τα φλαμίνγκο, τις αγριόχηνες και τους κορμοράνους. Και όσο τους ενημερώναμε μια Κυριακή του Ιουλίου ότι πλησιάζουμε, τόσο η βλάστηση πύκνωνε και η Λίμνη ήταν άφαντη, κρυμμένη επιμελώς πίσω από πλατάνια και καλαμιές και ευκάλυπτους. Κοντέψαμε να κατηγορηθούμε για ψευδείς πληροφορίες εκείνη τη μέρα.
Ευτυχώς τα μικρά δεν ήταν μαζί μας στην εξόρμηση του Σεπτεμβρίου. Ευτυχώς γιατί θα νόμιζαν ότι πήγαμε εκδρομή σε διαφορετικό μέρος.
Η Λίμνη του Μαραθώνα πια φαίνεται στα περισσότερα σημεία. Η χλωρίδα που βασίλευε και έδινε στα παιδιά μας τροφή για σκέψη και καύσιμο στην φαντασία τους κάηκε.
«Καλύτερα» γιατί πάνε οι αφράτοι γλάροι και τα αγριοπούλια. Μάλλον φοβήθηκαν τόσο από το μένος της φωτιάς που δεν θα επισκεφθούν ξανά τη Λίμνη του Μαραθώνα.
«Καλύτερα» γιατί δεν θα μπορούσα με κανένα τρόπο να εξηγήσω ότι πιθανότατα ούτε εκείνα, ούτε τα παιδιά τους θα αντίκρυζαν ξανά την απαράμιλλη φυσική ομορφιά της τεχνητής Λίμνης του Μαραθώνα.
«Καλύτερα», σκέφτομαι γιατί θα έπρεπε να εξηγήσω, ένας Θεός ξέρει πώς, ότι το μόνο που έμεινε κάπως όρθιο από τις φετινές φωτιές είναι αυτό το θλιβερό κατακαημένο παγκάκι.